Η καθαρογραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας στην Ελλάδα δείχνει να είναι ισοδύναμης δυσκολίας με την αποκρυπτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος. Εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα γης, αμέτρητα αστικά ακίνητα, μετοχές και καταθέσεις εκατομμυρίων ευρώ κατανέμονται σε περισσότερα από 6.700 (!) Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου όπως μητροπόλεις, ενοριακούς ναούς, μοναστήρια και «ιερά καθιδρύματα». Ετσι ούτε η Εκκλησία -κάτι που μάλλον την «εξυπηρετεί»- αλλά ούτε και η Πολιτεία, που αγκομαχά εν μέσω οικονομικής κρίσης να ολοκληρώσει το εθνικό κτηματολόγιο, είναι σε θέση να απαντήσουν στο ερώτημα τι περιλαμβάνει και ποια είναι η αξία της «ιερής περιουσίας». Πάντως από τα στοιχεία που κατά καιρούς έχουν εκτιμηθεί, συνάγεται ότι η εκκλησιαστική περιουσία καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση μετά την περιουσία του ελληνικού κράτους.
Και ξενοδοχείαΕίναι χαρακτηριστικό ότι η περιουσία μόνον της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών (ΕΚΥΟ) της Εκκλησίας της Ελλάδος (χωρίς δηλαδή την περιουσία μητροπόλεων, μονών και ναών) υπολογίζεται περίπου στο ποσό των 700 εκατ. ευρώ. Σε αυτήν περιλαμβάνονται κατοικίες, καταστήματα και χώροι στάθμευσης σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις. Ανάμεσά τους το κτίριο της οδού Μητροπόλεως, όπου στεγαζόταν το υπουργείο Παιδείας, το κτίριο της Εμπορικής Τράπεζας στην οδό Πανεπιστημίου καθώς και το ξενοδοχείο «Ηλέκτρα» στην οδό Ερμού. H EKYO στο Λεκανοπέδιο διαθέτει περισσότερα από 350 ακίνητα, συνολικής επιφανείας άνω των 60.000 τ.μ. Ωστόσο… «από το σύνολο της περιουσίας που είχε η Εκκλησία το 1830, σήμερα της έχει απομείνει μόλις το 4%» υποστηρίζει στην «Κ» ο κ. Αντώνης Ζαμπέλης, γενικός διευθυντής της ΕΚΥΟ. Αυτό το φαινομενικά μικρό ποσοστό αντανακλά σε μια τεράστια περιουσία στην οποία, σύμφωνα με τις κατά καιρούς δηλώσεις ιεραρχών και λαϊκών στελεχών της εκκλησιαστικής διοίκησης, στηρίζεται το πολυδιάστατο φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο της. Τα εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ εμφανίζονται να κατέχουν σχεδόν 1,3 εκατ. στρέμματα γης σε όλη τη χώρα. Δάση, βοσκοτόπια και αγροτικές εκτάσεις ανήκουν κυρίως σε ιερές μονές, οι οποίες πολλές φορές δεν διαθέτουν καν τίτλους ιδιοκτησίας, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, επικαλούνται οθωμανικά φιρμάνια και έγγραφα που τους «αποδίδουν» τη νομή και κατοχή ολόκληρων περιοχών στις οποίες, ωστόσο, σήμερα έχουν αναπτυχθεί οικισμοί. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάποτε το μεγαλύτερο τμήμα της Αττικοβοιωτίας μοιράζονταν οι Μονές Πεντέλης και Πετράκη.
Η εικόνα της συνολικής έκτασης του εκκλησιαστικού «κτηματολογίου» διαφοροποιείται από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, οι «ιερές» εκτάσεις περιορίζονται στα 855.000 στρέμματα εκ των οποίων σχεδόν τα μισά χαρακτηρίζονται διακατεχόμενα, δηλαδή εκτάσεις για τις οποίες η Εκκλησία δεν διαθέτει για διάφορους λόγους τίτλους ιδιοκτησίας ή αυτές έχουν καταπατηθεί. Πάντως, ένας σημαντικός αριθμός εκτάσεων που ανήκουν στην Εκκλησία και βρίσκονται σε αστικές περιοχές είναι δεσμευμένος από ΟΤΑ. «Διάφοροι δήμοι τα έχουν χαρακτηρίσει χώρους πρασίνου, αναψυχής ή για πολιτιστικές δραστηριότητες, έχουμε προσφύγει στη Δικαιοσύνη, δικαιωθήκαμε με τελεσίδικες αποφάσεις και επί 7 χρόνια το υπουργείο Περιβάλλοντος δεν εκτελεί τις αποφάσεις» υποστηρίζει ο κ. Ζαμπέλης.
Το ενδιαφέρον, ωστόσο, επικεντρώνεται στα εκκλησιαστικά έσοδα, σημαντικό μέρος των οποίων προέρχεται από εκμίσθωση ακινήτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών της Εκκλησίας της Ελλάδος ήδη από τις αρχές της δεκαετίας έστρεψε το ενδιαφέρον της στην αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας της καθώς και στην επένδυση μέρους των εσόδων της σε μετοχές. Οπως προκύπτει από τον οικονομικό, τελευταίο, απολογισμό της ΕΚΥΟ για το έτος 2008 τα καθαρά έσοδα της Εκκλησίας ανήλθαν στα 19.601.354,42 ευρώ ενώ το 2009, σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών της, άγγιξαν τα 12 εκατ. ευρώ. Και σε αυτά δεν συμπεριλαμβάνονται τα έσοδα των μητροπόλεων, των ιερών μονών και των ιερών ναών, που αποτελούν ξεχωριστά ΝΠΔΔ.
Ελλειμματικός απολογισμός
«Τα έσοδα αυτά καλύπτουν όλες τις λειτουργίες της Ιεράς Συνόδου καθώς και τη μισθοδοσία των υπαλλήλων της» σημειώνει ο κ. Ζαμπέλης, διευθυντής των εκκλησιαστικών οικονομικών. Προσθέτει πως για πρώτη φορά η Εκκλησία της Ελλάδος θα καταγράψει ελλειμματικό απολογισμό εξαιτίας της μη καταβολής των μερισμάτων – περίπου 8 εκατ. ευρώ από τις μετοχές της ΕΤΕ που διαθέτει. Πάντως οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης αποτυπώνονται στη χρηματιστηριακή αξία των μετοχών που διαθέτει η Εκκλησία, η οποία μειώθηκε αισθητά, παρά το γεγονός ότι αύξησε τον αριθμό των χρεογράφων που διαθέτει. Συγκεκριμένα το 2007 κατείχε 5.947.492 μετοχές της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, χρηματιστηριακής αξίας 277.747.876 ευρώ. Το 2008 αύξησε το χαρτοφυλάκιό της με την αγορά 1.600.000 μετοχών, ανεβάζοντας -μαζί με την παροχή επιπλέον μετοχών- το μερίδιό της στα 7.785.405 τεμάχια, ενώ σήμερα διαθέτει 9 εκατ. μετοχές της ΕΤΕ. Η χρηματιστηριακή αξία τους, ωστόσο, κυμαίνεται περίπου στα 140 εκατ. ευρώ. Για την αγορά των μετοχών διέθεσε περισσότερα από 30 εκατ. ευρώ μειώνοντας τα αποθεματικά της -για το 2008- σε 11.121.841,23 ευρώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου